Home >  Term: εμπορεύσιμων
εμπορεύσιμων

1. Ικανό να αποτελέσουν αντικείμενο μεταξύ των χωρών. 2. a αγαθό ή υπηρεσία, η οποία είναι εμπορεύσιμη, με tradables αναφέρεται σε ένα συνολικό μέγεθος των εν λόγω αγαθών και υπηρεσιών.

0 0

Creator

© 2025 CSOFT International, Ltd.