Home > Term: προμηθευτέ
προμηθευτέ
παρέχουν αγαθά ή υπηρεσίες σε μια ελεγμένη μονάδα. Μερικές φορές αποκαλούνται πωλητές.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Accounting
- Category: Auditing
- Company: AIS
0
Creator
- KATRAT
- 100% positive feedback