Home > Term: υπεράριθμος
υπεράριθμος
Super. Ένα extra ή walk-on σε μια παραγωγή με καμία μεμονωμένες γραμμές δική του να μιλήσει.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Convention
- Category: Conferences
- Company: CIC
0
Creator
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)