Home > Term: διαστρωμάτωση
διαστρωμάτωση
Ο κανονισμός ενός συνόλου δεγμάτων ή ένα δείγμα σε διακριτές κλάσεις. Το διαστρωματωμένο δείγμα χρησιμοποιείται για έλεγχο για να επιλέξεις ένα μεγαλύτερο ποσοστό λογαριασμών με υψηλά υπόλοιπα από ότι λογαριασμούς με χαμηλά υπόλοιπα.
- Part of Speech: verb
- Industry/Domain: Accounting
- Category: Auditing
- Company: AIS
0
Creator
- KATRAT
- 100% positive feedback