Home > Term: αντίσταση
αντίσταση
Την ικανότητα ορισμένων στελεχών των βακτηριδίων, συμπεριλαμβανομένου του μ. της φυματίωσης, να αναπτυχθούν και να πολλαπλασιαστούν παρουσία ορισμένων φαρμάκων που συνήθως τους σκοτώνουν; τέτοιων στελεχών που αναφέρονται ως ανθεκτικών στελεχών.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Health care
- Category: Tuberculosis
- Company: U.S. CDC
0
Creator
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)