Home > Term: απελευθέρωση
απελευθέρωση
Τυχόν εξάπλωση, διαρροή, άντληση, χύνετε κάποια χημική ουσία, εκπέμπουν, Άδειασμα, καταθλίβει, ενέσιμη, διαφυγή, απόπλυσης, ντάμπινγκ ή διάθεσης στο περιβάλλον των επικίνδυνων ή τοξικών χημικών ή εξαιρετικά επικίνδυνη ουσία.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Agricultural chemicals
- Category: Pesticides
- Government Agency: U.S. EPA
0
Creator
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)