Home > Term: τυχαίο δείγμα
τυχαίο δείγμα
Ιση πιθανότητα για κάθε δείγμα πληθυσμού να επιλεγεί. Επίσης, η χρήση τυχαίων αριθμών να επιλέξουν ένα τυχαίο δείγμα από το σύνολο.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Accounting
- Category: Auditing
- Company: AIS
0
Creator
- KATRAT
- 100% positive feedback