Home > Term: δημόσιας υπηρεσίας
δημόσιας υπηρεσίας
Χρόνου, προσπαθειών και ενέργειας σε τοπικό, κράτος ή εθνικών Κοινοτήτων, γενικά μέσω δυνατότητες που διορίζονται ή εκλεγεί office.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Government
- Category: Government & politics
- Organization: The College Board
0
Creator
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)