Home > Term: πριμοδότηση
πριμοδότηση
1. Το πλεόνασμα της μία τιμή σε ένα άλλο. 2. Πριμοδότηση προς τα εμπρός .
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback