Home > Term: άδεια
άδεια
Ένα νομικό έγγραφο που εκδίδονται από κράτος ή/και ομοσπονδιακών αρχών που περιέχουν λεπτομερή περιγραφή των προτεινόμενων δραστηριοτήτων και λειτουργικές διαδικασίες, όπως επίσης και κατά περίπτωση των απαιτήσεων και των κανονισμών. Που επιτρέπει την διαδικασία περιλαμβάνει διατάξεις για το δημόσιο σχόλιο.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Agricultural chemicals
- Category: Pesticides
- Government Agency: U.S. EPA
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback