Home > Term: διαχωρητότητα
διαχωρητότητα
Η ευκολία με την οποία νερό ή άλλου υγρού, περνά από μια ουσία.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Agricultural chemicals
- Category: Pesticides
- Government Agency: U.S. EPA
0
Creator
- Golgotha
- 100% positive feedback