Home > Term: παράσιτο
παράσιτο
Την παρουσία οργανισμού που ζει σε ή σε ξενιστή και παίρνει την τροφή από ή εις βάρος του κράτος υποδοχής.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Health care
- Category: Women’s health
- Government Agency: Womenshealth.gov
0
Creator
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)