Home > Term: πολυμερή
πολυμερή
Μεταξύ ενός μεγάλου αριθμού χωρών, συνήθως, συμπεριλαμβανομένων όλων των χωρών που είναι μέλη ενός μεγάλου διεθνούς οργανισμού, όπως ο ΠΟΕ. Έρχεται σε αντίθεση με διμερείς και πολυμερείς.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)