Home > Term: μάσκαρα
μάσκαρα
Καλλυντικό που χρησιμοποιείται για να ενισχύσει τα μάτια, να κάνει πιο σκούρες, πυκνές, μακριές, και/ή να ξεχωρίσειτις βλεφαρίδες.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Cosmetics & skin care
- Category: Cosmetics
- Company: LOreal
0
Creator
- nim0327
- 100% positive feedback
(London, UK)