Home > Term: εντεταλμένο αντισταθμιστικό
εντεταλμένο αντισταθμιστικό
Απαίτηση από την κυβέρνηση, η οποία εισάγει επιχειρήσεις ασκούν αντισταθμιστικό, ως μέσο για αύξηση των εξαγωγών.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)