Home > Term: χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (LDL)
χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (LDL)
Ένα σωματίδιο λιποπρωτεϊνών στο αίμα που είναι υπεύθυνη για την κατάθεση της χοληστερίνης στο τοίχωμα της αρτηρίας. Γνωστή ως "κακή" χοληστερόλη, επειδή η υψηλή LDL συνδέεται με στεφανιαία νόσο.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Health care
- Category: Heart disease
- Company: WebMD
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback