Home > Term: εικονική
εικονική
Μια κατάσταση στην οποία το σημαίνον γίνεται αντιληπτό ως ότι μοιάζει ή μιμείται το σημαινόμενο (μοιάζει στην εμφάνιση,ακούγεται,έχει αίσθηση,γεύση ή οσμή σαν αυτό) - είναι παρόμοιο, κατέχει ορισμένες από τις ιδιότητές του (π.χ. ένα πορτρέτο, ένα διάγραμμα,ένα μοντέλο-κλίμακα,ηχομιμητική, μεταφορές, «ρεαλιστική» μουσική, ηχητικά εφέ σε ραδιοφωνικό δράμα, ένα κινηματογραφικό soundtrack, μιμητικές χειρονομίες) (Πιρς).
- Part of Speech: adjective
- Industry/Domain: Language
- Category: General language
- Company: Others
0
Creator
- nikikarma
- 100% positive feedback
(Spokane - WA, United States)