Home > Term: επέκταση γλύφανο
επέκταση γλύφανο
Ένα γλύφανο ικανή μικρή προσαρμογή σε διάμετρο, με τη βοήθεια ενός κώνου εσωτερική βύσμα ενεργεί εν μέρει Σπλιτ μήκος του εργαλείου.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Mining
- Category: General mining; Mineral mining
- Government Agency: USBM
0
Creator
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)