Home > Term: εξάντληση
εξάντληση
1. Στα καθεστώτα της πνευματικής ιδιοκτησίας, η συναλλαγή στην οποία καταγγείλει δικαιωμάτων. Υπό εθνική εξάντληση, το τέλος δικαιωμάτων με την πρώτη πώληση σε χώρα, η παρεμπόδιση των παραλλήλων εισαγωγών. Υπό το καθεστώς εξάντλησης, δικαιώματα τέλος με την πρώτη πώληση οπουδήποτε, επιτρέποντας παράλληλες εισαγωγές. 2. Προϊόν εξάντλησης.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)