Home > Term: χρωστική ουσία
χρωστική ουσία
Ένα μελάνι χρωματισμούς που είναι διαλυτές στο όχημα ή διαλυτικό.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Printing & publishing
- Category: Paper
- Company: Neenah Paper
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback