Home >  Term: όλκιμο παραμόρφωση
όλκιμο παραμόρφωση

Συμπεριφορά στην οποία βράχους, σε μια κρίσιμη στρες, δεν rupture αλλά αντίθετα γίνει οριστικά την έχει του παραμορφωθεί από ρέει.

0 0

Creator

© 2024 CSOFT International, Ltd.