Home > Term: dispersant
dispersant
Χημικό παράγοντα που χρησιμοποιούνται για να διασπάσετε συγκεντρώσεις οργανικών υλικών όπως χύθηκε έλαια.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Environment
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Creator
- Golgotha
- 100% positive feedback