Home > Term: disfranchised
disfranchised
Έχοντας το δικαίωμα του εκλέγειν αφαιρεθεί. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης για να αναφερθώ σε οποιονδήποτε του οποίου δικαιώματα και τα προνόμια της ιδιότητας του πολίτη, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος του εκλέγειν, έχει ληφθεί μακριά.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Government
- Category: Government & politics
- Organization: The College Board
0
Creator
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)