Home > Term: butanal
butanal
C 4 H 8 O A λίαν εύφλεκτα, διαβρωτικά ανατοκισμού που προκαλεί εγκαύματα. το Αλδεΰδη βουτανίου. Επίσης ένα άχρωμο υγρό, με μια έντονη οσμή, που συμπυκνώνει και οξειδώνεται σε υψηλότερη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας και συμβάλλουν στην φωτοχημικού νέφους.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Chemistry; Weather
- Category: Atmospheric chemistry
- Educational Institution: Sam Houston State University
0
Creator
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)