Home >  Term: διάρρηξης
διάρρηξης

I. από τον στενότερο και παλαιότερο ορισμό: η trespassory διάρρηξη του Σώματος στέγασης άλλου στο βράδυ-χρόνο με την πρόθεση να διαπράξει ένα κακούργημα. Ii. την παράνομη είσοδο σταθερής δομής, όχημα ή πλοίο που χρησιμοποιούνται για τακτικές κατοικίας, της βιομηχανίας ή των δραστηριοτήτων, με ή χωρίς δύναμη, με την πρόθεση να διαπράξει ένα κακούργημα ή larceny.

0 0

Creator

  • eumelia.ganis
  • (Larissa, Greece)

  •  (V.I.P) 22675 points
  • 100% positive feedback
© 2024 CSOFT International, Ltd.