Home > Term: προκατάληψη στρέβλωση
προκατάληψη στρέβλωση
Σήμα νόθευση που θα προκύψει από μια μετατόπιση στην προκατάληψη. 2. στο δυαδικό σηματοδότηση, παραμόρφωση του σήματος στο οποίο ΟΛΑ τα σημαντικά διαστήματα έχουν διάρκειες ομοιόμορφα μεγαλύτερες ή μικρότερες από τις αντίστοιχες διάρκειές τους θεωρητική. Σημείωση: προκατάληψη στρέβλωση εκφράζεται σε τοις εκατό του διαστήματος μονάδα καθορίζεται από το σύστημα.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Telecommunications
- Category: General telecom
- Company: ATIS
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback