Home > Term: αποδεικνύω
αποδεικνύω
Διαβεβαιώνω με πεποίθηση, δηλώνω με θετικό ή επιτακτικό τρόπο.
- Part of Speech: verb
- Industry/Domain: Literature
- Category: Novels
- Company: Amazon.com
0
Creator
- MaryK
- 100% positive feedback
(Greece)