Home > Term: αντιοξειδωτικό
αντιοξειδωτικό
Μια ουσία να επιβραδυνθεί η υποβάθμιση (των ινών, υφάσματα, τέρματα, κ.λπ.) που προκύπτουν από την αντίδραση με το οξυγόνο.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Textiles
- Category: Manufactured fibers
- Company: Celanese
0
Creator
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)