Home > Term: αλλεργία
αλλεργία
Κατάσταση στην οποία ο οργανισμός αντιδρά σε υπερβολικό βαθμό σε μία ουσία (π.χ. τροφή ή φάρμακο). Γνωστή και ως υπερευαισθησία.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Health care; Pharmaceutical
- Category: Vaccines
- Company: U.S. CDC
0
Creator
- nancyman
- 100% positive feedback