Home > Term: κέρδος
κέρδος
1. Το καθαρό κέρδος από μια δραστηριότητα. 2. Για μια επιχείρηση: έσοδα μείον κόστος.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback