Home > Term: πλειομερείς
πλειομερείς
Μεταξύ των αρκετές χώρες--περισσότερες από δύο, που θα ήταν διμερή, αλλά δεν πάρα πολλές ή όλες, που θα πολυμερών.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback