Home > Term: petrolhead
petrolhead
Ένα αυτοκίνητο οπαδών; συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει όσους διστάζουν περισσότερο να περιορίσει τους κατανάλωση από χρήση ή βενζίνη αυτοκινήτων.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Natural environment
- Category: Climate change
- Company: BBC
0
Creator
- Khrysaor
- 100% positive feedback