Home > Term: εναρμόνιση
εναρμόνιση
1. Την αλλαγή της κυβέρνησης κανονιστικές διατάξεις και πρακτικές, ως αποτέλεσμα της διεθνούς συμφωνίας, να τις κάνετε από διάφορες χώρες της ίδιας ή πιο συμβατές. 2. Στην περίπτωση των τιμολογίων, αυτό σημαίνει καθιστώντας δασμολογικών συντελεστών μοιάζουν περισσότερο σε βιομηχανίες ή/και μεταξύ των χωρών.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Economy
- Category: International economics
- Company: University of Michigan
0
Creator
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)