Home > Term: λιπώδη ιστό
λιπώδη ιστό
Συνδετικό ιστό που περιέχει το αποθηκευμένο λίπος. Αναφέρεται επίσης και ως λιπώδη ιστό. Λιπώδη ιστό στο στήθος προστατεύει το στήθος από ζημία.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Health care
- Category: Women’s health
- Government Agency: Womenshealth.gov
0
Creator
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)