Home > Term: arson
arson
Κάθε τους ή κακόβουλη καύση ή προσπάθεια για να εγγράψετε, με ή χωρίς πρόθεση εξαπάτησης, ένα Σώμα στέγασης, δημόσιο κτίριο, όχημα με κινητήρα ή αεροσκάφη, προσωπική περιουσία άλλου και κ.ο.κ.
- Part of Speech: noun
- Industry/Domain: Sociology
- Category: Criminology
- Company: Pearson Prentice Hall
0
Creator
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)